Πέμπτη 24 Απριλίου 2008

Μίλια μακρυά...


Η νύχτα φεύγει, ενα wild turkey με πάγο και φέτα πορτοκαλι έρχεται. Πέμπτη Μεγάλη και διάθεση μικρή. Τρέχω σαν μανιακός στη Σπύρου Λούη να φύγω όσο πιο μακρυά γίνεται από απο τη δουλεία. Πέντε μέρες κάτεργο και 2 να ζήσεις όσα δεν κατάφερες μια ζωή. .. Ευκαιρία η αυριανή αργία να κάν κάτι παραπάνω. Ο ήλιος έδυσε και είναι η ώρα που κάνει και τα σκατά να φαντάζουν όμορφα. Τέσσερεις μέρες μπροστά μου και ο Rory που ξέθαψα στη cd-ιέρα βαράει τη λιωμένη Stratocaster. Οδηγώ μεθυσμένος και το μωβ χρώμα του ήλιου που έδυσε πένθυμα θολώνει τον ορίζοντα. Στα δεξιά το στάδιο μεταμορφώνεται σε ορεινό όγκο καθώς η μάζα από τα σίδερα λιώνει και από μέσα του αναδύεται καυτή η ανάσα μου να ουρλιάζει του στοίχους του Gallagher. Οι κάμερες κυκλοφορίας καθισμένες πάνω στους στήλους με παρακολουθούν καρτερικά σαν γύπες που περιμένουν το θύμα τους. Το φως που σβήνει τους δίνει σκιές και τους ζωντανεύει στα μάτια μου. Άραγε πόσες φορές άφησες τη φαντασία σου να καλπάσει έτσι μέσα στα πεζά τσιμεντένια φράγματα της πόλης; Rory με ακούς; σε πλησιάζω κι όμως είμαι ένα εκατομμύριο χιλιόμετρα μακρυά σου. Πρίν πέσει το κομμάτι ήμουν μια ζωή και ένα φανάρι μακρυά σου. Οι αποστάσεις μικραίνουν αρκεί να κάνεις το βήμα.
Έχω πάρει φωτιά. Άγριος σαν τη γαλοπούλα μου, με νοθευμένη αμόλυβδη τρέχω να φτάσω σε εκείνη. Με περιμένει στο σπίτι, στα ατελείωτα βράδυα μακρυά της όταν κοιμάμαι δίπλα της και όμως ένα εκατομμύριο μίλια μακρυά της. Της κρατώ το χέρι και είμαστε τόσο μακρυά. Είναι δίπλα μου τώρα κι όμως ταξιδεύει μίλια μακρυά μου, μέσα στα όνειρά της. Κι όμως είναι καλά. Γιατί ξέρω πως μολονότι δεν μου ανοίκει τίποτα μπορώ να διεκδικώ το χαμόγελό της κάθε φορά που την κοιτώ.
Το κείμενο μου δεν βγάζει νόημα για τους σώφρονες. Το έχω κρύψει καλά και όμως είναι μπροστά σου. Λίγο Wild Turkey, κάτι φέτες πορτοκάλι, παγος, και το κομμάτι που ακούω και με έχει βάλει σε αυτό το τριπάκι χρειάζεται.