Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2007

How Blue Can You Get?


Σήμερα ήρθε ο ηλεκτρολόγος στο σπίτι να φτιάξει τη ζημιά στην κουζίνα, που δεν μπορούσε ο τεχνικός. Μεγάλη ιστορία, μικρή σε σημασία. Τριάντα ευρώ για την επίσκεψη του τεχνικού που δεν έκανε τίποτα. Εβδομήντα στον ηλεκτρολόγο για να αλλάξει μια ασφάλεια. Για τριάντα λεπτά μου ανέλυε ο ηλεκτρολόγος το πως η ζωή άλλαξε. Είχα δυο μέρες να κοιμηθώ και περίμενα πότε θα φύγει γιατί σε τρεις ώρες θα έβγαινα με τα παιδιά. Θα ξενυχτάγαμε και θα πίναμε για ώρες μιας και θα εορτάζαμε την επιστροφή του ασώτου φίλου από το εξωτερικό μετά από έξι μήνες, ενώ θα κάναμε να τον ξαναδούμε τουλάχιστον ένα χρόνο. Την Κυριακή πρέπει να ξυπνήσω νωρίς για να πάρω μέρος στον ποδηλατικό γύρο ενώ πρέπει να είμαι φρέσκος γιατί τη Δευτέρα έχω αλλεπάλληλα meeting μέχρι τις έξι το απόγευμα. Πλήρωσα το τηλέφωνο, αγόρασα ρούχα, θα χαλάσω λεφτά το βράδυ. Θα χαλώ λεφτά μια ζωή καθώς θα σπαταλώ λεπτά του χρόνου μου.
Θέλω τον Άλμπερτ να μου εξηγήσει την καμπυλότητα του χρόνου, τη θεωρεία της σχετικότητας, αλλά δεν έχω χρόνο. Δεν έχω χρόνο γιατί νομίζω πως έχω σκοπό στη ζωή μου. Και για να βρω τον σκοπό θέλω χρόνο και χρήμα.
Διαβάζοντας και μόνο τον τίτλο του βιβλίου του Bill Wyman καταλαβαίνεις πως όλα είναι ένα ταξίδι: A Blues Odyssey. Ένα ταξίδι της μουσικής μέσα στο χρόνο. Περνάμε τη ζωή μας στο παγκόσμιο χωριό για να αφήσουμε το στίγμα μας και να αναπνεύσουμε την αύρα που μας άφησαν άλλοι. Τότε, υποσιτισμένοι, μαύροι εργάτες των φυτειών αγόραζαν μια κιθάρα των 9 δολαρίων από καταλόγους πολυκαταστημάτων της εποχής και παίζανε για να διασκεδάσουν και να πάρουν λίγα χρήματα που θα τους πήγαιναν στην δίπλα πόλη. Ο μικρόκοσμός τους αυτός, που ξεκινά από το φέουδο που είχαν επωμισθεί αποτελεί μια μικρογραφία του κόσμου. Μόνοι, ξένοι και ταλαίπωροι χωρίς τίποτα για εφόδιο πήραν τη μελωδία και δημιούργησαν. Τη χάρισαν σε κάποιον άλλο και εκείνοι με τη σειρά τους την εμπλούτισαν και την ξαναχάρισαν. Έτσι γράφονταν τότε τα τραγούδια. Έρχεσαι, παίρνεις, δημιουργείς και μοιράζεσαι.
Έτσι απλή έπρεπε να είναι κα η ζωή. Δίχως αριθμούς, προθεσμίες, λεφτά, χρόνο να μετρά και χαμένα ανθρωπάκια να ψάχνουν το καρότο τους στα bonus εξαμήνου, τη μάρκα του παπουτσιού και τα άλογα του αυτοκινήτου. Κάποτε ένα γαϊδούρι ήταν αρκετό να σε πάει. Κάποτε η ζωή διαρκούσε λιγότερο αλλά υπήρχαν άνθρωποι που δεν τα υπολόγισαν ποτέ. Σε λιγότερο από μια δεκαετία, ο Robert Johnson έδωσε τις βάσεις της δυτικής μουσικής. Άνθρωποι τυφλοί έπαιζαν με δεξιότητα ασύλληπτη για τα τωρινά δεδομένα. Σκέψου μόνο πόσοι τυφλοί υπάρχουν στα blues: Blind Blake, Blind Lemon Jefferson, Blind Willie McTell, Blind Boys of Alabama.
Εσύ τι ακριβώς προσδοκείς; Κι αν ζήσει παραπάνω από εκείνους κι αν βγάλεις περισσότερα λεφτά, αυτό που διάγεις είναι βίος; Έχει στόχο, ολοκλήρωση;
Εσύ τί άφησες για τους άλλους;

Δεν υπάρχουν σχόλια: